Σε διελκυστίνδα μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών εξελίσσεται το θέμα των δανείων που έχουν δοθεί στο παρελθόν με εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου και οι οποίες έχουν καταπέσει.
Πρόκειται για δάνεια ύψους 3,5 δισ., από τα οποία τα 2 δισ. είναι στεγαστικά και το 1,5 δισ. επιχειρηματικά, έχουν δοθεί από διάφορες κυβερνήσεις στο πλαίσιο άσκησης κοινωνικής πολιτικής και τα οποία το Δημόσιο τα χρωστάει στις τράπεζες. Το διακύβευμα είναι κατά πόσον τα δάνεια αυτά μπορούν ή όχι να ρυθμιστούν στο πλαίσιο του νέου πτωχευτικού νόμου και συγκεκριμένα μέσω της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού που ενεργοποιείται από την 1η Ιουνίου.
Το θέμα κυριάρχησε στην ατζέντα των συζητήσεων μεταξύ υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών στην αρχή της εβδομάδας, καθώς η εξωδικαστική ρύθμιση δίνει και τη δυνατότητα «κουρέματος» των οφειλών που έχουν τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα προς τις τράπεζες, αλλά και το Δημόσιο. Ετσι, το ερώτημα που τέθηκε είναι αφενός κατά πόσον τα δάνεια αυτά μπορούν να ρυθμιστούν μέσω της εξωδικαστικής διαδικασίας και αφετέρου κατά πόσον θα αντιμετωπισθούν όπως και οι άλλες οφειλές, δηλαδή θα δοθεί η δυνατότητα να «κουρευτούν» ή όχι.
Ερώτημα στο πλαίσιο της εξωδικαστικής ρύθμισης είναι, π.χ., πώς θα αντιμετωπισθεί ένας ιδιώτης ή μια επιχείρηση που έχει οφειλές με εγγύηση του Δημοσίου και άλλες οφειλές χωρίς την κρατική εγγύηση. Στην περίπτωση αυτή, θα ρυθμιστούν μόνο οι οφειλές που δεν φέρουν κρατική εγγύηση και πώς θα οριστεί η δόση που μπορεί να πληρώσει αν δεν συνυπολογιστεί και το «εγγυημένο» χρέος; Να σημειωθεί ότι έχουν προηγηθεί αιτήματα από Επιμελητήρια όλης της χώρας, τα οποία, επικαλούμενα μάλιστα και νόμο που ψηφίστηκε του 2018 (νόμος 4549) επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκε, ζητούν να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις που εκπροσωπούν να ρυθμίσουν αυτά τα δάνεια προς τις τράπεζες. Τα δάνεια με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου αντιμετωπίζονται από τις τράπεζες ως η «ιερή αγελάδα» των πιστοδοτήσεων, αφού φέροντας την κρατική εγγύηση αξιώνουν την αποπληρωμή όλου του ποσού και στη βάση αυτή της απαίτησης, απορρίπτουν προφανώς όχι μόνο την προοπτική «κουρέματος» αλλά και οποιαδήποτε ρύθμιση. Ο λόγος είναι ότι εξαιτίας της εγγύησης που έχει δοθεί από το Δημόσιο τα δάνεια αυτά δεν συνοδεύονται με προβλέψεις και, όπως υποστηρίζουν οι τράπεζες, το ενδεχόμενο ρύθμισής τους θα τις υποχρέωνε να πάρουν τις αναγκαίες προβλέψεις που ορίζουν οι εποπτικοί μηχανισμοί, όπως κάνουν και για τα υπόλοιπα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται κανονικά και έχουν διευθετηθεί.
Το Δημόσιο από την πλευρά του καθυστερούσε εδώ και χρόνια την αποπληρωμή αυτών των δανείων –επικαλούμενο τα χρόνια των μνημονίων δημοσιονομική στενότητα– και μόλις πρόσφατα και ύστερα από επιμονή των θεσμών, καθόρισε διαδικασίες μέσω του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ώστε να αρχίσει η εκκαθάριση αυτών των δανείων και η σταδιακή αποπληρωμή τους. Η εκκαθάριση έχει ξεκινήσει και, σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση αξιολόγησης του περασμένου Νοεμβρίου, οι τράπεζες είχαν ανεβάσει στην πλατφόρμα που έχει σχεδιαστεί 60.300 αρχεία σχετικών δανείων, για τα οποία έχουν δημιουργήσει απαίτηση έναντι του Δημοσίου. Το θέμα ωστόσο περιπλέκεται περισσότερο, καθώς ακόμη και για δάνεια που το Δημόσιο έχει αποδεχθεί την κατάπτωση της εγγύησης και έχει ξεκινήσει η διαδικασία αποπληρωμής των τραπεζών, δεν αναγνωρίζει το σύνολο της υποχρέωσης, επικαλούμενο ότι δεν τηρήθηκαν οι όροι παροχής της εγγύησης από τις τράπεζες.
Ετσι, υπάρχουν περιπτώσεις που το Δημόσιο υποστηρίζει ότι οι τράπεζες παρακράτησαν τμήμα του δανείου και μέρος της εγγύησης χρησιμοποιήθηκε για την αποπληρωμή οφειλών που είχαν ήδη οι επιχειρήσεις αυτές προς τις τράπεζες, αρνούμενο έτσι να καταβάλει το σύνολο της εγγύησης.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.