Περί τους μισούς δήμους της χώρας, αλλά και αρκετές από τις κατά τόπους κτηματικές υπηρεσίες του Δημοσίου, εξακολουθούν να μην έχουν δηλώσει στο κτηματολόγιο την περιουσία τους. Το γεγονός αυτό προκύπτει από την παρέμβαση του συνδέσμου των εταιρειών που αναλαμβάνουν έργα κτηματογράφησης (ΣΕΓΕΚ) και επιβεβαιώνεται από την εταιρεία «Ελληνικό Κτηματολόγιο». Η προχθεσινή παρέμβαση, πάντως, του ΣΕΓΕΚ, με την οποία στράφηκε για πολλά ζητήματα κατά της «Ελληνικό Κτηματολόγιο», αποδίδεται από την τελευταία σε συντεχνιακού χαρακτήρα επιδιώξεις.
Στην επιστολή του προς τον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκο Πιερρακάκη (στον οποίο μεταφέρθηκε πρόσφατα η αρμοδιότητα του κτηματολογίου), ο ΣΕΓΕΚ στράφηκε κατά της «Ελληνικό Κτηματολόγιο», αποδίδοντάς της την ευθύνη για την αργή πρόοδο της κτηματογράφησης. Ανάμεσα στα ζητήματα που έθιξε ο ΣΕΓΕΚ ήταν και η μειωμένη συμμετοχή φορέων του Δημοσίου στις υπό κτηματογράφηση περιοχές, τρία χρόνια μετά την έναρξή της. «Το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχουν οι δήμοι που αναζητούν και δεν μπορούν να βρουν τίτλους κυριότητας για σχολεία, δημοτικά κτίρια, πλατείες κ.ά.», λέει ο πρόεδρος του ΣΕΓΕΚ, Σωτήρης Λιάρος. «Εκτιμώ ότι το 50% των δήμων στις υπό κτηματογράφηση περιοχές δεν έχει ακόμη δηλώσει τη δημοτική περιουσία. Πολλοί ανάδοχοι (σ.σ. ιδιώτες μελετητές) προσπαθούν να βοηθήσουν τις τεχνικές υπηρεσίες των δήμων, για να ανακαλύψουν ότι δεν υπάρχουν έγγραφα. Προβλήματα όμως υπάρχουν και με κτηματικές υπηρεσίες, τις οποίες σε κάποιες περιοχές πιέζουμε να συμμετάσχουν στην κτηματογράφηση, χωρίς αποτέλεσμα».
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από την «Ελληνικό Κτηματολόγιο», που σημειώνει ωστόσο ότι το πραγματικό ποσοστό των ιδιοκτησιών αυτών είναι μικρό. Οπως αναφέρουν στελέχη της εταιρείας, η «Ελληνικό Κτηματολόγιο» έχει στείλει επιστολές σε όλο το Δημόσιο και στους δήμους που δεν είχαν δηλώσει πριν από το καλοκαίρι. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που κάποιοι δήμοι προχωρούν σε δήλωση κτιρίων δημοτικών υπηρεσιών μέσω χρησικτησίας, καθώς δεν μπορούν να εντοπιστούν τίτλοι ιδιοκτησίας. Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που κάποιοι δήμοι ανακάλυψαν ότι ακίνητα που θεωρούσαν δημοτικά τούς είχαν παραχωρηθεί… κατά χρήση και όχι κατά ιδιοκτησία. Επισημαίνεται, πάντως, ότι μεγαλύτερο ζήτημα για την ορθότητα του κτηματολογίου είναι η (μη) δήλωση των ακινήτων των κατά τόπους κτηματικών υπηρεσιών, καθώς σε πολλές περιπτώσεις αυτά διεκδικούνται από πολίτες.
Ενα δεύτερο ενδιαφέρον ζήτημα που αναδείχθηκε από τον ΣΕΓΕΚ αφορά στους φερόμενους ιδιοκτήτες. Ο ΣΕΓΕΚ ζήτησε να καταγράφονται ως τέτοιοι και όσοι προκύπτει ότι έχουν σχέση με ένα ακίνητο μέσω άλλων αρχείων δημοσίων φορέων, όπως λ.χ. αρχεία ελαιοπαραγωγών. «Υπάρχουν περιοχές όπου η γη είναι τόσο άνευ αξίας που ο ιδιοκτήτης της σκέφτεται σοβαρά το ποσό που πρέπει να δώσει σε έναν τοπογράφο για ένα τοπογραφικό συν το τέλος των 35 ευρώ και τελικά δεν δηλώνει την περιουσία του. Αν μας επέτρεπαν να χρησιμοποιούμε βάσεις δεδομένων του Δημοσίου, τότε το ποσοστό των φερόμενων ιδιοκτητών θα μειωνόταν σημαντικά», λέει ο κ. Λιάρος. Η «Ελληνικό Κτηματολόγιο» απαντά ότι αυτό θα ήταν παράνομο. Οπως επισημαίνουν στελέχη, το εθνικό κτηματολόγιο μπορεί να δεχθεί ως «φερόμενους» ιδιοκτήτες όσους προκύπτουν μέσα από τίτλους ιδιοκτησίας (λ.χ. δηλώνει κάποιος το 50% και φαίνεται στον τίτλο ποιος έχει το υπόλοιπο 50%). Ως εκ τούτου, δεν μπορούν να γίνουν δεκτές βάσεις στις οποίες τα στοιχεία έχουν καταχωριστεί κατά δήλωση του ιδιοκτήτη, χωρίς ταυτοποίηση τίτλου και ακινήτου.
Πάντως, η «Ελληνικό Κτηματολόγιο» αποδίδει την «επίθεση» του ΣΕΓΕΚ σε συντεχνιακούς λόγους. Οπως εκτιμά στέλεχος της εταιρείας, οι ανάδοχοι πιέζουν με αυτό τον τρόπο να υπογραφούν νέες συμπληρωματικές συμβάσεις.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.